Μια σπαρταριστή βιογραφία για τον Μίλαν Κούντερα -Αποκαλύπτει ότι δεν πήρε Νόμπελ γιατί τον θεωρούσαν μισογύνη
Ένα απολαυστικό βιβλίο από τη δημοσιογράφο, συγγραφέα και κριτικό λογοτεχνίας της εφημερίδας Le Monde, Φλοράνς Νουαβίλ, ρίχνει φως στις σκιές γύρω από το έργο και τη ζωή ενός από τους πιο σημαντικούς, οξυδερκείς και δημοφιλείς συγγραφείς του 20ού αιώνα, του Μίλαν Κούντερα.
Είναι συγκλονιστικό να βλέπεις να χάνει τις λέξεις ένας άνθρωπος που έγινε μύθος χάρη σε αυτές. Ο Μίλαν Κούντερα, στο βιβλίο της Φλοράνς Νουαβίλ με τίτλο «Γράψιμο… Τι ιδέα κι αυτή!» (μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης, εκδ. Εστία), λίγα χρόνια πριν από το θάνατό του στις 11 Ιουλίου του 2023, παλεύει με τη λήθη που τον κυκλώνει ολοένα και πιο πολύ, απειλώντας να σκεπάσει τα πάντα: αναμνήσεις, ιστορίες, έρωτες, γνώσεις και αποστάγματα από μια ζωή πλούσια σε εμπειρίες που τα είχε όλα – και δόξα και απαξίωση, και δάφνες και λάσπη, και αναγνώριση και αμφισβήτηση. Η Νουαβίλ, δημοσιογράφος, συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας της εφημερίδας Le Monde, είχε την τύχη να είναι οικογενειακή φίλη του ζεύγους Κούντερα, άρα να γνωρίζει εκ των έσω πράγματα και πτυχές της ζωής του σπουδαίου συγγραφέα που ο ίδιος και η σύζυγός του, η Βέρα, κρατούσαν με ατσάλινη επιμονή κρυμμένες από τα φώτα της δημοσιότητας.
‘Ήθελε όλοι να πιστέψουν πως δεν έζησε ποτέ
Ο Κούντερα απεχθανόταν τις συνεντεύξεις, τις βιογραφίες, τα τηλεοπτικά αφιερώματα, οτιδήποτε έριχνε ή προσπαθούσε να ρίξει φως στην προσωπική ζωή και την ιστορία του. Είχε αλλεργία στους δημοσιογράφους και τους μελετητές και ονειρευόταν «να κάνει τους μεταγενέστερους να πιστέψουν πως δεν έζησε ποτέ». Ήθελε να μείνει πίσω μονάχα το έργο του, τα μυθιστορήματα και τα δοκίμια που έγραψε, τα οποία τον καθιέρωσαν ως έναν από τους πιο οξυδερκείς ανατόμους της ανθρώπινης κατάστασης. Πράγματι, ο Κούντερα, μελέτησε και κατανόησε όσο κανείς την αμφισημία της ζωής, όχι μονάχα της ζωής του ατόμου ως ιστορικού υποκειμένου της εποχής του, αλλά της μέσα ζωής, της εσωτερικής, που αποκαλύφθηκε στα βιβλία του και εκτέθηκε με όλη της τη γελοιότητα, την ελαφρότητα και την τραγική της ταυτόχρονα υπόσταση. Οι ήρωές του -και ο ίδιος συχνά ως προβολή του εαυτού του πάνω στους χαρακτήρες που έπλαθε- δεν ήταν πλάσματα υπερβατικά που έρχονταν ηρωικά αντιμέτωπα με τον οδοστρωτήρα της Ιστορίας, αλλά πλάσματα γήινα, οικεία, πρόσωπα της διπλανής πόρτας που έπρεπε να ζήσουν, να ερωτευθούν, να εργαστούν, να στήσουν οικογένειες, να ονειρευτούν, ακόμα κι αν γύρω τους η ιστορική πραγματικότητα είχε τα δικά της ανατρεπτικά σχέδια. Ο Κούντερα με την πένα του κατέγραφε όσα σημαίνει η φράση «όταν ο άνθρωπος σκέφτεται, ο Θεός γελάει…». Την ανθρώπινη κωμωδία, με τις αντιφάσεις της, τα πήγαινε-έλα της ζωής και τις αστοχίες, μα κυρίως με τη λύσσα του αθρώπου να συνεχίζει να προσπαθεί, λες και είναι αθάνατος, να χτίσει πάνω στην άμμο, όταν το κύμα καραδοκεί.
Πώς όμως, παρόλα αυτά, η Φλοράνς Νουαβίλ κατάφερε να πείσει τον Τσέχο συγγραφέα να εγκρίνει ως επίσημη βιογραφία το υβριδικό αυτό βιβλίο που καταγράφει μεν όσα υπήρξε ο άνθρωπος πίσω από τον μύθο του Κούντερα, χωρίς να το κάνει με τον συμβατικό τρόπο μιας τυπικής βιογραφίας; Η Βέρα, η γυναίκα του Κούντερα, της έδωσε το κλειδί. Όσα χρειάζεται να ξέρει κανείς για τον Κούντερα, στ΄αλήθεια, βρίσκονται διάσπαρτα μέσα στα βιβλία του. Ο Μίλαν, της είπε η Βέρα, έχει γράψει για όλα: τα πιο σημαντικά κομμάτια της ζωής του αλλά και οι αθέατες πτυχές της έχουν γίνει επεισόδια στις μυθιστορηματικές κυρίως αφηγήσεις του. Όλα είναι εκεί, δεν μένει παρά μονάχα να τα αποκρυπτογραφήσεις, να τα εντοπίσεις και θα ενώσεις τα κομμάτια του παζλ. Έτσι, η ευφυής Νουαβίλ, συνέθεσε ένα υβρίδιο βιογραφίας που είναι ταυτόχρονα αποκαλυπτικό και απολαυστικό, ένα βιβλίο για τον Κούντερα που σε κάνει να θες με λαχτάρα να επιστρέψεις στον Κούντερα, διαβάζοντας ξανά, ένα ένα, τα βιβλία που ο ίδιος έγραψε.
Τα άγνωστα χρόνια, η αυτοεξορία και η νέα ζωή στη Γαλλία
Τα τέσσερα πράγματα που συνδύασε στο βιβλίο της η Νουαβίλ για να συνθέσει την υβριδική βιογραφία του Κούντερα, είναι: Πάντρεψε όσα ήξερε από την προσωπική της φιλία με το ζεύγος Κούντερα και όσα είχε δει μπαινοβγαίνοντας επί σειρά ετών στο σπίτι τους στην οδό Ρεκαμιέ, στο κέντρο του Παρισιού, αλλά και στα εστιατόρια που συχνά έτρωγαν όλοι μαζί, με όλα όσα έμαθε από τρίτους κάνοντας μια μεγάλη έρευνα, που περιελάμβανε και μια σειρά ταξιδιών στην Tσεχία, για να μελετήσει τα αποχαρακτηρισμένα αρχεία της εποχής που ο Κούντερα ζούσε ακόμα εκεί. Ταυτόχρονα, κάνοντας μια ευφυή ανασκόπηση του έργου του και φέρνοντας στα μάτια του αναγνώστη τα πιο καίρια αποσπάσματα των βιβλίων του, τα οποία εξηγούν τον πραγματικό χαρακτήρα του συγγραφέα και όσα εκείνος έζησε στην πολυτάραχη ζωή του, η Νουαβίλ φωτίζει τα άγνωστα σημεία, τις αμφιλεγόμενες στιγμές, τις σκέψεις, τους φόβους, τις αγωνίες, αλλά και το θάρρος ενός ανθρώπου ιδιοφυούς και δυνατού που τόλμησε να ξαναχτίσει τη ζωή του από το μηδέν.
Γιατί ο συγγραφέας της «Αβάσταχτης ελαφρότητας της ύπαρξης», της «Αθανασίας», της «Τέχνης του Μυθιστορήματος», του «Αστείου» και άλλων πολλών σημαντικών βιβλίων που έδωσαν με χιούμορ και ειρωνεία την ακτινογραφία της σύγχρονης ζωής στον δυτικό πολιτισμό, γνώρισε δόξες και τιμές, βραβεύσεις, πωλήσεις που έκαναν τα έργα του εκδοτικό φαινόμενο, αλλά ταυτόχρονα βίωσε αμφισβήτηση και χρειάστηκε πολλές φορές, επί πολλά έτη, να δώσει έναν σκληρό αγώνα επιβίωσης, να αυτοεξοριστεί από την πατρίδα του, να χάσει τη μητρική του γλώσσα και να καθαρίσει τη λάσπη μέσα στην οποία τον πέταξε το κομμουνιστικό καθεστώς της χώρας του, στερώντας του τα πάντα: δουλειά, αξιοπρέπεια, φίλους, πατρίδα, ταυτότητα.
Όλα βήμα βήμα θα τα βρει κανείς στις σελίδες του βιβλίου της Νουαβίλ: όσα βίωσε στην Τσεχία όταν βρέθηκε από καταξιωμένος συγγραφέας και ακαδημαϊκός καθηγητής παρίας, όσα συνέβησαν όταν ήταν υπό διαρκή παρακολούθηση από τη μυστική αστυνομία του κομμουνιστικού καθεστώτος, την ασφυξία στην οποία τον οδήγησε, το οικονομικό μπούλινγκ, την πείνα και τέλος τη μεγάλη απόφαση να φύγει μακριά από την πατρίδα του με το τίποτα, για να μην μπορέσει να ξαναγυρίσει σε αυτή ούτε για την κηδεία της μητέρας του.
Ταυτόχρονα, το βιβλίο παρακολουθεί τα χρόνια της εξορίας, τα συναισθήματα ενός συγγραφέα που έχασε τη γλώσσα στην οποία έγραφε, την υιοθέτηση μιας νέας ταυτότητας, την απόφαση να γράφει στα γαλλικά, αλλά και την πορεία προς την άνοια και το βασανιστικό συναίσθημα να χάνει τις λέξεις και τις μνήμες του ένας άνθρωπος που όλη του τη ζωή την έζησε πλάθοντας τη γλώσσα και τη μνήμη.
Γιατί δεν πήρε το Νόμπελ για το σημαντικό έργο του;
Η Φλοράνς Νουαβίλ αποκαλύπτει και το λόγο για τον οποίο ο Μίλαν Κούντερα, όπως άλλωστε και ο Φίλιπ Ροθ, δεν τιμήθηκαν ποτέ με το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το σπουδαίο έργο τους, παρά το γεγονός ότι έχουν υπάρξει βραβεύσεις σε ήσσονος σημασίας δημιουργούς συγκριτικά με αυτούς.
Τα πράγματα για τα οποία διακρίθηκε ο Κούντερα ως ένας από τους πιο πολυδιαβασμένους και σημαντικούς συγγραφείς του σύγχρονου ευρωπαϊκού πνεύματος, είναι λίγο πολύ γνωστά. Μεταξύ άλλων υπήρξε εισηγητής του δοκιμιακού μυθιστορήματος που κατέγραψε σε βάθος την πολύπλευρη και αμφίσημη φύση του ανθρώπου. Ποια είναι όμως τα στοιχεία που τον οδήγησαν σε αμφισβήτηση; Γιατί τον κατηγορούν; Τι δεν του συγχώρεσαν ποτέ;
Η Νουαβίλ γράφει: «Όταν ρωτήσεις γιατί ενοχλεί ακόμα σε τέτοιο βαθμό ο συγγραφέας, σε τι παραμένει “ανατρεπτικός”, θα δεχτείς μία από τις ακόλουθες απαντήσεις: “Εγκατέλειψε τη σοβιετική Τσεχοσλοβακία” / “Από τη στιγμή που βρέθηκε στη Γαλλία θέλησε να παραστήσει τον αντιφρονούντα” / “Συμπεριφέρθηκε σαν κυνικός καρδιοκατακτητής σε πολλές γυναίκες” / “Επέδειξε περιφρόνηση απέναντι στον τσέχικο λαό με το να μην μεταφράζει αμέσως στη μητρική του γλώσσα τα έργα που έγραψε στα γαλλικά” / “Η εικόνα του αμαυρώθηκε το 2008, όταν το περιοδικό Respekt τον κατηγόρησε ότι, τη δεκαετία του 1950, κατέδωσε νεαρό Τσέχο που είχε περάσει στη Δύση και έγινε κατάσκοπος για λογαριασμό των Δυτικών. Μια κατηγορία που πλήγωσε φοβερά τον Μίλαν Κούντερα και την οποία διέψευδε πάντα κατηγορηματικά”».
Η Τσέχα συγγραφέας και πανεπιστημιακός Συλβί Ρίχτεροβα που είναι ειδική στον Κούντερα, γράφει στο βιβλίο της η Νουαβίλ, ισχυρίζεται ότι ο Κούντερα στοχοποιήθηκε προσωπικά επί σειρά ετών από τον συγγραφέα και πρώην Πρόεδρο της Τσεχίας και αυτός ήταν ο λόγος που ο Κούντερα δεν θέλησε ποτέ να επιστρέψει στην πατρίδα του μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Μισογύνης ο Κούντερα; Η άγνωστη σταυροφορία της πολιτικής ορθότητας εναντίον του
Παράλληλα, ο Κούντερα, όπως και ο Φίλιπ Ροθ, κατηγορήθηκαν συχνά από την πολιτική ορθότητα για τον «σκληρό» και «συχνά απαξιωτικό τρόπο» με τον οποίο αντιμετώπισαν τις γυναίκες στα έργα τους, ως «αντικείμενα πόθου», ως «κομμάτια κρέας».
Στο μυθιστόρημα «Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης» ο Κούντερα βάζει τον ήρωά του, τον Μίρεκ, να ερεθίζεται σεξουαλικά βλέποντας μια δημοσιογράφο που την έχει πιάσει κολικός και καθώς εκείνη σφαδάζει από τον πόνο εκείνος είναι σαν να την πρωτοβλέπει από μέσα: «Ξαφνικά ο φόβος την άνοιξε στα δύο, σαν το μαχαίρι του χασάπη. Είχα την αίσθηση ότι τη βλέπω ανοιχτή μπροστά μου, σαν το κουφάρι μικρής δαμάλας που κρέμεται απ΄το τσιγκέλι του κρεοπωλείου. Από την τουαλέτα μάς ερχόταν το γουργούρισμα του νερού που γέμιζε το καζανάκι, κι εγώ ένιωσα ξαφνικά μια ξέφρενη επιθυμία να της κάνω έρωτα. Για την ακρίβεια: μια ξέφρενη επιθυμία να τη βιάσω. Να ριχτώ πάνω της και να την κυριέψω μ΄ ένα και μόνο αγκάλιασμα, μαζί με όλες τις αβάσταχτα ερεθιστικές αντιφάσεις της, με τα άψογα ρούχα της και τα επαναστατημένα της έντερα, με τη λογική της και με τον φόβο της, με την περηφάνια της και με την ντροπή της» (σελ. 106, Το βιβλίο του γέλιου και της λήθης).
Ο κουντερικός ήρωας, ο Μίρεκ, τελικά κατορθώνει να καταστείλει τη βίαιη φαντασίωσή του για τη νεαρή δημοσιογράφο, αλλά όπως γράφει η Φλοράνς Νουαβίλ στην υβριδική βιογραφία που έγραψε για τον συγγραφέα, η σκηνή αυτή -ακόμα κι αν είχε ως στόχο της να καταγράψει τις ζωώδεις πλευρές ενός αρσενικού εγκεφάλου και το πως καταστέλλονται οι βίαιες παρορμήσεις και τα ένστικτα στον πολιτισμό-, υπήρξε μια από τις πολλές αφορμές στο έργο του για να του φορέσουν την ταμπέλα του μισογύνη, πράγμα αρκετό για να του στερήσει το Νόμπελ.
Σε ένα άλλο βιβλίο για τον Κούντερα, ο δημοσιογράφος Jean-Dominique Brierre γράφει, όπως παραθέτει η Νουαβίλ: «Μερικές φεμινίστριες δεν συγχώρεσαν στον Κούντερα ποτέ τη σαρκαστική απεικόνιση ορισμένων γυναικών, γιατί θέλουν κάτι σαν φεμινιστική εκδοχή του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Γι΄ αυτές, όλες οι γυναίκες πρέπει να είναι θετικά πρόσωπα, κάτι που δεν συμβαίνει με τον Κούντερα. Γι’ αυτό και παρέμεινε, όπως ο Φίλιπ Ροθ, αιώνια αποκλεισμένος του Νόμπελ».
- ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
- «Πέδρο Πάραμο»: Το αριστούργημα όπου βασίζεται η ταινία του Netflix
- Διαβάσαμε το νέο βιβλίο του Πέδρο Αλμοδόβαρ με 12 αδημοσίευτες ιστορίες που φωτίζουν ποιος πραγματικά είναι
- Τζωρτζ Στάινερ, νέο βιβλίο: «Ζούμε ένα μακρύ Σάββατο αναμονής. Θα γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα Κυριακή; Αμφίβολο»
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο
